- ὁμοιοκαταληξίας
- ὁμοιοκαταληξίᾱς , ὁμοιοκαταληξίαsimilarity of terminationfem acc plὁμοιοκαταληξίᾱς , ὁμοιοκαταληξίαsimilarity of terminationfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ανομοιοκαταληξία — η απουσία ομοιοκαταληξίας … Dictionary of Greek
μπαλάντα — Ποιητική σύνθεση, στην οποία διακρίνονται ιστορικά δύο τύποι: η παλιά μ. και η νεώτερη ή ρομαντική. Στην Ιταλία η παλιά μ., που λέγεται και canzone a ballo (= τραγούδι με χορό), είχε λαϊκή προέλευση και γεννήθηκε από τη συνήθεια οι κινήσεις του… … Dictionary of Greek
οκτάστιχος — και οχτάστιχος, η, ο (Α ὀκτάστιχος, ον) (ιδίως για στροφή ποιήματος) αυτός που αποτελείται από οκτώ στίχους νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το οκτάστιχο στροφή η οποία αποτελείται από οκτώ ενδεκασύλλαβους συνήθως στίχους και έχει συνταχθεί σύμφωνα με ένα … Dictionary of Greek
παλιμφρασία — η ιατρ. η συνεχής και ακούσια επανάληψη όχι μόνο τής ίδιας λέξης ή φράσης αλλά και τής ίδιας ομοιοκαταληξίας ή τού ίδιου στίχου. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. palimphrasie (< πάλιν + φράση)] … Dictionary of Greek
παρνασ(σ)ισμός — ο ποιητικό ρεύμα που εμφανίστηκε στη Γαλλία κατά την δεκαετία τού 1860 και κυριάρχησε ώς το τέλος τού 19ου αιώνα, αποτέλεσε τη γέφυρα ανάμεσα στον ρομαντισμό και στον συμβολισμό και αναζήτησε την ποιητική έμπνευση στους πολιτισμούς τής… … Dictionary of Greek
πλεκτός — ή, ό / πλεκτός, ή, όν, ΝΑ, και πλεχτός Ν [πλέκω]Μ αυτός που κατασκευάζεται με πλέξιμο (α. «πλεκτό καλάθι» β. «ἔπειτα μήτηρ καὶ γυνὴ διπλοῡν ἔπος, πλεκταῑσιν ἀρτάναισι λωβᾱται βίον», Σοφ.) νεοελλ. 1. το θηλ. ως ουσ. η πλεκτή ναυτ. είδος πλέγματος… … Dictionary of Greek
σονέτο — Ποιητική σύνθεση (από το προβηγκιανό sonet, τραγουδάκι, με μετρική δομή που αντιστοιχεί πραγματικά σε μουσικό σχήμα). Αποτελείται από δεκατέσσερις εντεκασύλλαβους στίχους, που υποδιαιρούνται συνήθως σε δύο τετράστιχα και δύο τρίστιχα (υπάρχει… … Dictionary of Greek
Αυγέρης, Μάρκος — (Καρίτσα, Ήπειρος 1884 – Αθήνα 1973). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του κριτικού λογοτεχνίας και ποιητή Γεωργίου Παπαδόπουλου. Φοίτησε στο γυμνάσιο στα τουρκοκρατούμενα Ιωάννινα, σπούδασε στην Αθήνα (ήρθε το 1901) γιατρός, και από το 1926 έως το 1947… … Dictionary of Greek
Σαραντάρης, Γιώργος — Έλληνας ποιητής και φιλόσοφος (Κωνσταντινούπολη 1908 Αθήνα 1941). Δύο χρόνια μετά τη γέννηση του ως το 1931 έζησε, εξαιτίας των εμπορικών ασχολιών του πατέρα του, στην Ιταλία, όπου έκαμε και τις πανεπιστημιακές του σπουδές (νομικά και φιλοσοφία) … Dictionary of Greek
ανομοιοκαταληξία — η η έλλειψη ομοιοκαταληξίας σ ένα ποίημα (σ αντίθεση με την ομοιοκαταληξία): Τη νεότερη ελληνική ποίηση χαρακτηρίζει ανομοιοκαταληξία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)